Του Τάσου Δασόπουλου
Με μοναδικό σταθερό μέγεθος το υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα έχει αρχίσει να συντάσσεται ο προϋπολογισμός του 2025, με βασικά στοιχεία όπως ο ρυθμός ανάπτυξης να μην έχουν ακόμη οριστικοποιηθεί, αλλά με την ανάπτυξη να εξαρτάται κυρίως από την αύξηση των επενδύσεων που με τη σειρά της συνδέεται με την υλοποίηση των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ).
Ειδικότερα, Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχουν καταλήξει ακόμη για το μέγεθος της ανάπτυξης ούτε για το 2024, έτος κατά το οποίο η επίσημη πρόβλεψη για οικονομική μεγέθυνση κατά 2,5% μάλλον θα αναθεωρηθεί στο 2,3%-2,2%. Ανάλογη προσαρμογή θα έχει και η ανάπτυξη του 2025, με τον επίσημο στόχο να θέλει ακόμη την ανάπτυξη στο 2,6%. Ωστόσο, Αθήνα και Βρυξέλλες συμφωνούν ότι αποφασιστικής σημασίας για τον επόμενο χρόνο θα είναι η υλοποίηση του ΤΑΑ, από το οποίο αναμένεται να γίνουν δαπάνες ύψους 6 δισ. ευρώ, και σε δεύτερο βαθμό η απορρόφηση πόρων του ΕΣΠΑ. Επίσης, και τα δύο μέρη συμφωνούν ότι τον επόμενο χρόνο θα έχουμε αύξηση των εξαγωγών και άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Το πρωτογενές πλεόνασμα, με τη συνδρομή και εσόδων ύψους 2,5 δισ. ευρώ από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, θα ξεπεράσει το 2,7% του ΑΕΠ, φτάνοντας αρκετά υψηλότερα από τον -μέχρι τώρα- επίσημο στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ.
Η διαφορά για το χρέος
Ωστόσο, ανοιχτά παραμένουν κρίσιμα μεγέθη όπως αυτό το χρέους. Ο λόγος είναι ότι η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία έχει ενημερώσει από τον Απρίλιο τις ελληνικές αρχές ότι σκοπεύει να αναθεωρήσει το ύψος του χρέους, προσθέτοντας τα 12 από τα 24 δισ. ευρώ των αναβαλλόμενων τόκων από το δάνειο των 90 δισ. ευρώ που πήρε το 2012 η Ελλάδα από τον EFSF, μπαίνοντας στο δεύτερο μνημόνιο. Ωστόσο, στη συμφωνία για τη διευθέτηση του χρέους το 2018 είχε συμφωνηθεί με τους δανειστές ότι το σύνολο των αναβαλλόμενων τόκων του συγκεκριμένου δανείου θα έχει περίοδο χάριτος μέχρι και το 2032, οπότε και θα αρχίσει να αποπληρώνεται σταδιακά. Η Eurostat επιμένει τώρα να εγγράψει από τώρα τους μισούς συσσωρευμένους τόκους, αλλάζοντας το ύψος του χρέους ως προς το ΑΕΠ από το 2023. Το αποτέλεσμα θα είναι το χρέος του περασμένου χρόνου να αυξηθεί από το 163,3% του ΑΕΠ στο 167,3% του ΑΕΠ, συμπαρασύροντας ανάλογες αναπροσαρμογές για το χρέος του 2024 και τα επόμενα χρόνια.
Μέχρι στιγμής, δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί ο χρόνος εγγραφής του επιπλέον χρέους. Αν δηλαδή εγγραφεί με τη δεύτερη ανακοίνωση των δημοσιονομικών στοιχείων για το 2023, στις 17 Οκτωβρίου, τότε το προσχέδιο του προϋπολογισμού που θα παρουσιαστεί στις αρχές του επόμενου μήνα θα έχει άλλα στοιχεία. Τούτο διότι η προσαρμογή θα γίνει στο τελικό σχέδιο του προϋπολογισμού. Αν πάλι η “στατιστική” αύξηση του χρέους γίνει τον Απρίλιο, τότε θα γίνει προσαρμογή τον επόμενο χρόνο. Μέχρι να διευκρινιστεί το θέμα το ύψος του χρέους για το 2024 και το 2025 μένει ανοικτό.
Η οροφή δαπανών
Το μόνο θετικό είναι ότι τα στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχουν αποδεχθεί την υπέρβαση του πρωτογενούς πλεονάσματος από τον επίσημο στόχο του 2,1% του ΑΕΠ που είναι η εκτίμηση των ελληνικών αρχών, λόγω της σταθερά ανοδικής πορείας των δημοσίων εσόδων και για τα επόμενα χρόνια.
Η καλύτερη δημοσιονομική επίδοση στο πλεόνασμα φαίνεται ότι “μετακινεί” την οροφή της αύξησης δαπανών από το 2026 έως και το 2028 στο 3,6% από 3% που έχει οριστεί για το 2025.
Οριστικοποιημένα για την επόμενη χρονιά είναι και τα μέτρα στήριξης της οικονομίας (οι 12 αυξήσεις εισοδημάτων και οι 12 φορολογικές ελαφρύνσεις) με ονομαστικό κόστος ύψους 1,45 δισ. ευρώ που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ.
Source: capital.gr